31/5/11

Ο Νίκος πήγε ΟΑΕΔ

Της Μαργαρίτας Μυτηλιναίου, από το protagon
Σχόλιο: Προσωπικά θεωρώ ότι η κρίση σε δύο κατηγορίες δημιουργεί αξεπέραστο πρόβλημα: στους 40 και πάνω ετών που χάνουν τη δουλειά τους χωρίς να το περίμεναν ποτέ και, στις μικρές επιχειρήσεις που κλείνουν και αφήνουν τον ιδιοκτήτη τους με χρέη, επιταγές, απλήρωτες ασφαλιστικές εισφορές και δάνεια. Οι υπόλοιποι κουτσά στραβά βρίσκουν άκρη, οι συγκεκριμένες κατηγορίες απλά τελειώνουν.

Πήγα χτες με το φίλο μουτον Νίκο στον ΟΑΕΔ Καισαριανής, Λάσκου και Αγίου Φανουρίου γωνία. Ήθελε να δηλώσει την απόλυσή του. Πρωτάρης ων, με γεμάτα τα 45 χρόνια στην πλάτη του και ένα κάρο διακρίσεις στις αποσκευές του, αποφάσισε να καταφύγει στο ταμείο ανεργίας αφού εδώ και πολύν καιρό δε βλέπει φως πουθενά. Κόσμος πολύς μαζεμένος. Όλοι κρατούν ένα χαρτάκι. Όλοι έχουν στο χέρι έναν αριθμό αναμονής. Όλοι είναι ένας αριθμός. Ένας στατιστικός αριθμός. Κάθε νούμερο και μια ιστορία. Κάθε ιστορία και μια απογοήτευση. Μια πίκρα. Ένα ατέλειωτο «γιατί».

Ένας πενηντάρης περνάει με το παπάκι του από το δρόμο. Σταματάει, κοιτάζει τον κόσμο που περιμένει στην ατέλειωτη ουρά και φωνάζει: «Αυτά είναι! Η μόνη δημόσια υπηρεσία με τρελή δουλειά..». Οι περισσότεροι σκύβουν το κεφάλι. Παρατηρώ. Κανείς δεν κοιτάζει τον άλλο στα μάτια. Το βλέμμα είναι κεντραρισμένο χαμηλά. Στην άσφαλτο, στο πεζοδρόμιο, στο πάτωμα. Κάποιοι μιλούν μηχανικά στο κινητό τους.

Ο Νίκος το τελευταίο διάστημα δεν είναι αυτός που ήξερα. Το χαμόγελο και η αισιοδοξία του έχουν πετάξει για αλλού. Έχει πια πολλά νεύρα και λίγη υπομονή. Κάθεται για ώρες αμίλητος ή κλείνεται στο σπίτι του. Απομονώνεται. Η ανεργία αλλάζει, αλλοιώνει την προσωπικότητα του κάθε ανθρώπου. Η ανεργία δοκιμάζει την ηθική μας, την αντοχή μας στα πολύ δύσκολα. Έχεις δουλειά; Έχεις εισόδημα άρα και καθαρό κούτελο στην κοινωνία. Δεν έχεις; Κοίτα να δεις πόσο εύκολα σε ξεχνούν ακόμα και οι δικοί σου.. Σχέσεις δοκιμάζονται, οικογένειες διαλύονται και φιλίες περνάνε κανονικό crash test. Όταν το τηλέφωνο σταματάει να χτυπά, καταλαβαίνεις ότι κάτι τρέχει. Στις μέρες μας κανείς πια δε θέλει να μαθαίνει κι άλλα κακά μαντάτα. Είτε γιατί δεν αντέχει, είτε γιατί αδυνατεί να δώσει ένα ουσιαστικό χέρι βοήθειας. Άρα σωπαίνει. Και απομακρύνεται. Την ώρα που ο άλλος, ο Νίκος, η Ειρήνη, ο Κώστας, η Αγγελική έχουν ανάγκη την αγκαλιά μας. Και την προσοχή μας. Και την κατανόησή μας. Όχι, καθόλου την ελεημοσύνη μας. Δεν ξεπερνιέται η κρίση με χαρτζιλίκι 10-20 ευρώ ή με ένα ξεροκόμματο τυπικής συμπάθειας.

Το μπαγιάτικο συναίσθημα δεν το θέλει κανείς. Ούτε τα λόγια του αέρα.

Αύριο μπορεί να είναι η σειρά μας.

Αλήθειες θα πούμε;

Ό,τι ξέραμε ως πολιτικό σκηνικό μετά τη μεταπολίτευση έχει καταρρεύσει μέσα σε ένα σύννεφο απαξίωσης, απέχθειας, αποδόμησης και ευτελισμού. Κανείς πλέον δεν πιστεύει τίποτα, δεν εμπιστεύεται κανένα θεσμό και φορέα.


Τα κόμματα έχουν πάψει να υπάρχουν στη μορφή που τα γνωρίσαμε από το 1974 έως και μέχρι πριν λίγο καιρό. Απονευρωμένα, κενά, μοιάζουν με αφυδατομένους οργανισμούς που δεν έχουν πια νευρικό σύστημα. Καμία συλλογική λειτουργία, καμία πολιτική έκφραση, καμία προσπάθεια καν να επικοινωνήσουν με τον κόσμο. Από την άλλη η κοινωνία τα θεωρεί -και εν πολλοίς δικαίως- ως σχήματα που αντί να εξυπηρετούν την έκφραση ρευμάτων, ιδεολογιών και κοινωνικών στρωμάτων εξυπηρέτησαν τα "στελέχη" τους, περιφερειακά και κεντρικά. Σήμερα ακόμα και πολλοί από αυτούς που ευνοήθηκαν από τα κόμματα γυρίζουν την πλάτη τους σε αυτά, είτε γιατί χάσανε ένα μικρό μέρος από τη βολή που καρπώθηκαν όλα αυτά τα χρόνια είτε γιατί απλά το κόμμα πια δεν "αρέσει". Αυτή η ανυποληψία αφορά δε και τα μικρά κόμματα τα οποία έχουν απαξιωθεί δυσανάλογα σε σχέση με το βαθμό της εξουσίας που έχουν ασκήσει όλα αυτά τα χρόνια. Κανείς πια δεν θεωρεί ότι μπορεί η χώρα να αναστηθεί από το υπάρχον πολιτικό προσωπικό.




Δεν πάσχουν όμως μόνο τα κόμματα και οι βουλευτές. Ο συνδικαλισμός έχει επίσης βουλιάξει
στην ανυποληψία και την απραγία, επίσης έχει ένα νεκρό νευρικό σύστημα. Η ΓΣΕΕ και η ΑΔΕΔΥ υπάρχουν μόνο για να εκλέγουν συνέδρους που μετά ψηφίζουν τον πρόεδρο που μετά θα γίνει βουλευτής και -ίσως- υπουργός, ή τουλάχιστον έτσι πιστεύουν όλοι, το ίδιο είναι. Πληρώνουν το τίμημα του αυτισμού τους, την άρνηση να συμπεριλάβουν στις τάξεις τους τους νέους άνεργους, τα "μπλοκάκια" και τους "στέιντζερς" που για τη ΓΣΕΕ και την ΑΔΕΔΥ συγκαταλέγονται στους... άλλους. Οι φορείς αυτοί επέλεξαν να αντιπροσωπεύουν τους "λίγους" που από το 1974 και μετά βελτίωσαν ραγδαία την εργασιακή και οικονομική τους κατάσταση χωρίς να παράγουν αντίστοιχα. Και σήμερα παραλύουν, μιας και αυτοί ακόμα τους στρέφουν την πλάτη. Ποια άλλη εξήγηση υπάρχει για το γεγονός ότι ακόμα και μετά από τόσο ισχυρά πλήγματα που έχει δεχτεί ο εργαζόμενος κόσμος δεν μπορούν να συσπειρώσουν κανέναν πέρα από όσους έχουν εκλεγεί στα όργανά τους, που στις συγκεντρώσεις τους μαζεύονται τρεις και λείπει ο κούκος;


Ποιος θεσμός στέκεται όρθιος; Σχεδόν κανένας.
Το δικαστικό σώμα έχασε το κούτελό του
κάπου ανάμεσα στο παραδικαστικό και την μεζούρα του προέδρου.
Τα σώματα ασφαλείας έχουν απαξιωθεί λόγω της εγκληματικότητας, της περιττής βίας, της ελλιπούς αντιμετώπισης φυσικών καταστροφών και του εν γένει φόβου που νιώθουν οι πολίτες. Οι λειτουργοί της εκπαίδευσης έχουν χάσει το παιχνίδι από τη στιγμή που το φροντιστήριο είναι απαραίτητο ακόμα και στην τριτοβάθμια.
Οι δημοσιογράφοι θεωρούνται και αυτοί μέρος του συστήματος που καταρρέει.
Οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης θεωρούνται εστίες μικροπολιτικής και διαφθοράς,
δίκαια ή άδικα.
Οι γιατροί, οι δικηγόροι, οι συμβολαιογράφοι, οι μηχανικοί και αυτοί αντιμετωπίζονται ως κλάδοι που ενώ είχαν μέρισμα στην εξουσία όλα αυτά τα χρόνια, συνέβαλαν στα χάλια που έχουμε φτάσει.
Οι ντόπιοι επιχειρηματίες, αυτό που θα αποκαλούσαμε ελληνική αστική τάξη, αντιμετωπίζονται από την κοινωνία ως η κάστα που ποτέ δεν ενδιαφέρθηκε για την ίδια την χώρα που του παρέχει πλουτοπαραγωγικές πηγές. Δεν είναι τυχαίο ότι ο πρόεδρος του ΣΕΒ δεν ασχολείται πια με καμία βιομηχανική δραστηριότητα ως επιχειρηματίας.
Η Εκκλησία, αν και φαίνεται να αντέχει στις συνειδήσεις των πιστών, έχει χάσει και αυτή την περαιτέρω αίγλη της στην κοινωνία λόγω σκανδάλων τύπου "Βατοπεδίου", της "χαλαρής" συμπεριφοράς της ηγεσίας της τα τελευταία χρόνια, της εμμονής της να μην διαχωριστεί με το κράτος καθώς και λόγω της γενικευμένης άποψης ότι διαθέτει υπέρμετρο πλούτο τον οποίο δεν διαθέτει σε μια χειμαζόμενη κοινωνία.


Είναι μάταιο έστω και κάποιος να προσπαθήσει να αποκαταστήσει κάποιον θεσμό ή φορέα στα μάτια του πολίτη. Υπάρχει τόση οργή, ανασφάλεια, αβεβαιότητα, έλλειψη αξιών και έκπτωση στη κοινή γνώμη που δεν μπορεί να αντιστραφεί. Κανείς δεν πιστεύει κανέναν πια, ούτε καν τον ακούει. Δεν έχει πια πολύ σημασία αν η παραπάνω εικόνα είναι δίκαια ή άδικη. Οπότε;


Είναι σχεδόν βέβαιο ότι ζούμε το τέλος εποχής ενός ολόκληρου οικοδομήματος που καταρρέει και κανείς δεν το λυπάται. Προφανώς θα έρθουν αλλαγές που αντιστοιχούν σε αυτό που ονομάζουμε Μεταπολίτευση. Νέοι θεσμοί και φορείς, νέα πρόσωπα (πλην ελάχιστων εξαιρέσεων), νέες σκέψεις θα διαμορφωθούν και θα κυριαρχήσουν. Οντότητες που θα αποδείξουν από την αρχή το σύστημα αξιών στο οποίο θα εδράζονται. Το πότε θα γίνει δεν το ξέρουμε, αλλά είναι προφανές ότι αυτό το σύστημα που διαθέτουμε έχει τελειώσει για τον Έλληνα πολίτη.


Ο αντίλογος λέει ότι πριν κάποια χρόνια, το 1974 είχαμε ξανά μια μεταπολίτευση που ξεκίνησε με τριαντάφυλλα και σαμπάνια -ρετσίνα έστω- και κατέληξε σε ένα διαζύγιο γεμάτο πικρά λόγια και χολή. Ως γνωστόν όμως, αν δεν διδάσκεσαι από την ιστορία σου ως λαός δεν έχεις μέλλον.


Ποιο ήταν λοιπόν το στοιχείο που απαξίωσε τη μεταπολίτευση; Μα η έλλειψη ειλικρίνειας, το ψέμα και το κουκούλωμα της αλήθειας. Πιστέψαμε ότι μπορούμε να ζήσουμε πλούσια χωρίς να παράγουμε τίποτα. Πιστέψαμε ότι δεν τρέχει τίποτα αν έχουμε μια εργατική τάξη διαιρεμένη σε κάστες που η καθεμία άρπαζε προνόμια για τον εαυτό της. Πιστέψαμε ότι πράγματα όπως η δωρεάν εκπαίδευση, το σύστημα υγείας και το κοινωνικό κράτος είναι δεδομένα. Θεωρήσαμε φυσιολογικό να έχουμε συντάξεις των 2.500€, ο συνταξιούχος να έχει μεγαλύτερο εισόδημα από τον εργαζόμενο.


Σήμερα που τραβήχτηκε ο μπερντές και ο κόσμος είδε την αλήθεια λόγω της αδυναμίας επιπλέον δανεισμού της χώρας, ο ίδιος κόσμος που έζησε το παραμύθι και την πτώση φωνάζει "μη με ξυπνάτε", λες και αν δεν πούμε την αλήθεια αυτή θα πάψει να υπάρχει. Συλλογική άρνηση αποδοχής είναι η βασική αντιμετώπιση της ελληνικής κοινωνίας μπροστά στην κατάρρευση. Έτσι ερμηνεύεται το γεγονός ότι κανένας δεν βλέπει καμία ευθύνη πέρα από τους πολιτικούς, ενώ -κακά τα ψέματα- οι κυβερνήσεις αυτές είναι δημοκρατικά εκλεγμένες και ο Έλληνας συμμετείχε σε αυτές χωρίς καμία επιβολή. Κανένας δεν κάνει την αυτοκριτική του, όλοι λένε "με κορόιδεψαν". Κακή συνταγή για μια νέα μεταπολίτευση.


Αν μετά από λίγο καιρό δεν συζητάμε σε άλλη βάση, πάλι στα ίδια θα γυρίσουμε. Πρέπει να δούμε τι θέλουμε και μπορούμε να παράξουμε, να δούμε τι κοινωνικό κράτος θέλουμε αλλά και αντέχουμε, να σκεφτούμε πόσα δάνεια μπορεί να πάρει ο καθένας μας. Πρέπει να δούμε πόσες διακοπές μπορούμε πραγματικά να κάνουμε όλοι, να δούμε τι μισθό πραγματικά μπορούμε να παίρνουμε, να αποφασίσουμε με τι κριτήρια πραγματικά ψηφίζουμε. Να πούμε αλήθειες με λίγα λόγια.


Σε αντίθετη περίπτωση είναι μαθηματικά βέβαιο ότι αργά ή γρήγορα θα εμφανιστεί κάποιος "μεσσίας" ο οποίος θα μας βάλει πάλι στον ύπνο, θα μας μιλήσει όμορφα, θα μας δώσει μερικές πρόσκαιρες υλικές απολαβές, θα μας χαρίσει μερικά ακόμα ξέγνοιαστα χρόνια και, θα ξυπνήσουμε πάλι σε έναν εφιάλτη, όπως τώρα. Πέρα λοιπόν από τις κατάρες είναι η ώρα να ειπωθούν και αλήθειες, αν θέλουμε ένα διαφορετικό μέλλον.