Με απόφαση της Υπουργού Παιδείας Άννας Διαμαντοπούλου στα δημόσια τριτοβάθμια ιδρύματα θα μπορούν να εισάγονται και μαθητές που γράφουν κάτω από δέκα στις πανελλαδικές εξετάσεις. Σωστή κίνηση, μιας και το συγκεκριμένο μέτρο ούτε το επίπεδο σπουδών αναβάθμισε, ούτε έλυσε κάποιο άλλο πρόβλημα.
Τα αποτελέσματα των πανελλαδικών δεν πιστοποιούν το επίπεδο γνώσης του κάθε μαθητή. Μόνο το απολυτήριο λυκείου πιστοποιεί ότι κάποιος μαθητής κατέχει επαρκώς τις γνώσεις που πρέπει να δίνει το λύκειο. Οι βαθμολογίες των υποψηφίων στις πανελλαδικές εξετάσεις αποτελούν μέτρο σύγκρισης μεταξύ των υποψηφίων την δεδομένη χρονική στιγμή και όχι κριτήριο αξιολόγησης των συνολικών τους γνώσεων. Οι μαθητές διαγωνίζονται στα ίδια θέματα κάθε χρονιά, βαθμολογούνται με τον ίδιο τρόπο, αλλά σε διαφορετικό σετ θεμάτων κάθε φορά. Έτσι προκύπτει η κατάταξη μεταξύ των διαγωνιζόμενων κάθε έτος. Σε καμία περίπτωση οι πανελλαδικές δεν αποτελούν τρόπο αξιολόγησης των συνολικών γνώσεων των μαθητών αφού δεν καλύπτουν την συνολική διδακτέα ύλη ούτε έχουν σταθερό επίπεδο δυσκολίας. Κάποιος που φέτος γράφει για 9, του χρόνου με πιο εύκολα θέματα μπορεί να γράψει για 11, όντας το ίδιο διαβασμένος και προετοιμασμένος. Είναι πιο ικανός τη μια χρονιά σε σχέση με την άλλη; Σαφώς όχι.
Μια ακόμη παραμόρφωση που εισήγαγε η βάση του δέκα έχει να κάνει με την ιδιωτική και την δημόσια τριτοβάθμια εκπαίδευση. Κάποιος που έχει γράψει κάτω από δέκα δεν μπορούσε να φοιτήσει σε κάποιο περιφερειακό ΑΕΙ ή ΤΕΙ. Μπορούσε όμως την ίδια στιγμή να φοιτήσει σε ίδρυμα του εξωτερικού, ή ακόμα χειρότερα, σε κάποιο κολέγιο στην Ελλάδα που δίνει τίτλους του εξωτερικού. Πως είναι ικανός αυτός ο σπουδαστής να παρακολουθήσει με επιτυχία το πρόγραμμα ενός ιδιωτικού εκπαιδευτικού ιδρύματος ενώ κρίνεται ανεπαρκής για να φοιτήσει σε κάποιο κρατικό; Με ποια λογική η δημόσια εκπαίδευση χαρίζει ως "πελάτες" στα ιδιωτικά κολέγια όσους δεν πιάνουν την υποκειμενική βάση του δέκα;
Άλλωστε δεν είναι η βάση του δέκα το πρόβλημα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Είναι η έλλειψη ενιαίου σχεδιασμού των αντικειμένων σπουδών, η απουσία αξιολόγησης, οι άφαντοι καθηγητές που δεν κάνουν ποτέ μάθημα, ή έλλειψη υποδομών που απαιτείται για τη λειτουργία των υποδομών που προέκυψαν από το ΕΠΕΑΕΚ και άλλα πολλά.
Το πιο βασικό πρόβλημα όμως των ΑΕΙ και ΤΕΙ σχετίζεται με την ποιότητα και την διάπλαση των μαθητών που παραδίδει η δευτεροβάθμια στην τριτοβάθμια. Κατά κανόνα πρόκειται για μαθητές χωρίς κριτική ικανότητα, που δεν μπορούν να αντιληφθούν την έννοια της πολλαπλής βιβλιογραφίας, χωρίς την ικανότητα σύνθεσης γνώσεων και που δεν μπορούν να διαβάσουν χωρίς την υποστήριξη φροντιστηρίου. Είναι οι μαθητές που η δευτεροβάθμια πλάθει με μοναδικό στόχο να γράψουν καλά στις πανελλαδικές. Κατά συνέπεια οι μαθητές που εισάγονται στην τριτοβάθμια δεν διαθέτουν εφόδια απαραίτητα για μια αξιοπρεπή ακαδημαϊκή πορεία, αφού η δευτεροβάθμια τα έχει μετατρέψει σε παπαγαλάκια χωρίς κρίση και επιστημονική σκέψη. Επομένως το πρόβλημα της ικανότητας των φοιτητών λίγο έχει να κάνει με το αν ο βαθμός τους στις πανελλαδικές ήταν 10 ή 8,5.
Καλώς λοιπόν καταργείται η βάση του δέκα, μιας και έκλεινε την πόρτα της τριτοβάθμιας δημόσιας και δωρεάν εκπαίδευσης σε πολλούς, χωρίς να αναβαθμίζει τη λειτουργία των ιδρυμάτων.