Η ανθρώπινη δραστηριότητα είναι αναπόσπαστο στοιχείο του οικοσυστήματος από την πρώτη στιγμή που εμφανίστηκε ο άνθρωπος στη γη μέχρι σήμερα. Είναι παράλογο να θεωρείται ότι η
δραστηριότητα αυτή πρέπει να σταματήσει προκειμένου το περιβάλλον να βρει την ισορροπία του. Αντίθετα,
στόχος πρέπει να είναι η δημιουργία των προϋποθέσεων ώστε η ανθρώπινη δραστηριότητα να μην οδηγεί στην αποσταθεροποίηση του οικοσυστήματος. Με τη λογική αυτή απαιτείται η δημιουργία μηχανισμών που εξισορροπούν και
ομαλοποιούν την ανθρώπινη παρέμβαση στο περιβάλλον.
Είναι δεδομένο ότι στην περιοχή της Ναυπάκτου
η θάλασσα τα τελευταία χρόνια έχει φτωχύνει σε ψάρια. Οι
ψαριές τόσο των επαγγελματιών παράκτιων αλιέων όσο και των ερασιτεχνών έχουν μικρύνει πολύ σε σχέση με το παρελθόν. Το φαινόμενο βέβαια δεν είναι τοπικό, ούτε καν περιφερειακό. Σε όλες τις Ελληνικές
θάλασσες έχει παρατηρηθεί έντονη μείωση των θαλάσσιων πληθυσμών, η οποία οφείλεται σε ένα απλό γεγονός:
τα σύγχρονα αλιευτικά μέσα φτάνουν σε όλο και μεγαλύτερα βάθη, οπότε έχει μειωθεί ο χώρος στον οποίο τα ψάρια μπορούν να καταφύγουν προκειμένου να αποφύγουν τους κινδύνους. Τα πιο βαθιά νερά, τα οποία λειτουργούν σαν φυσικά
θαλάσσια καταφύγια, πλέον δεν είναι ασφαλή για τα ψάρια αφού τα δίχτυα των σύγχρονων σκαφών φτάνουν μέχρι εκεί. Στις αιτίες
μείωσης των ψαριών στον Κορινθιακό πρέπει βέβαια να προστεθεί και η ρύπανση που προκαλείται από την κόκκινη λάσπη που απορρίπτει από τη δεκαετία του 1970 το εργοστάσιο της
Αλουμίνας που βρίσκεται στα Άσπρα Σπίτια Βοιωτίας. Με λίγα λόγια, η
υπεραλίεια και η ρύπανση -και τα δύο
αποτέλεσμα της ανθρώπινης δραστηριότητας- έχουν μειώσει τον θαλάσσιο πληθυσμό του Κορινθιακού.
Για την αντιμετώπιση του ζητήματος της
υπεραλιείας η Ευρωπαϊκή Ένωση, οι οικολογικές οργανώσεις, επιστημονικοί φορείς αλλά και οι αλιείς προτείνουν τον καθορισμό θαλάσσιων καταφυγίων
(http://www.greenpeace.org/greece/news/korinthiakos-take-action). Τα θαλάσσια καταφύγια είναι προστατευόμενες θαλάσσιες περιοχές που προσφέρουν ασφάλεια στα θαλάσσια είδη, ακριβώς όπως παλιότερα προσέφεραν παλιότερα οι πιο βαθιές περιοχές (http://www.symboulos.gr/1/iframe.scr?category_id=14417). Τέτοιες περιοχές προστατεύονται από κάθε δραστηριότητα που αφαιρεί ή απορρίπτει κάτι στην θάλασσα, όπως η αλιεία και η απόρριψη αποβλήτων. Η χρήση των περιοχών που χαρακτηρίζονται ως καταφύγια ποικίλει, αφού σε κάποιο τμήμα ενός καταφυγίου μπορεί να μην επιτρέπεται καμία ανθρώπινη δραστηριότητα, σε άλλο τμήμα μπορεί να επιτρέπεται η χαμηλής έντασης αλιευτική δραστηριότητα
κα. Στις περιοχές αυτές τα ψάρια μπορούν να αναπαράγονται χωρίς να απειλούνται από νόμιμες ή παράνομες δραστηριότητες αλιείας καθώς και από τη ρύπανση των υδάτων.
Το μέτρο αυτό έχει δοκιμαστεί με επιτυχία στο Αιγαίο, στη θαλάσσια περιοχή ανάμεσα σε Κω και Κάλυμνο. Το καταφύγιο αυτό κατασκευάστηκε από τους
ίδιους τους ψαράδες με χρηματοδότηση του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης. Αποτελείται από τσιμεντένια στοιχεία τα οποία διασκορπίστηκαν σε βάθη από 15 έως 40 μέτρα σε έκταση 15 τετραγωνικών χιλιομέτρων.
Ο χώρος επιτηρείται από τους ίδιους τους αλιείς προκειμένου να αποτραπούν κρούσματα
λαθραλιείας. Οι
πληθυσμοί των ψαριών που αναπτύσσονται στο καταφύγιο εμπλουτίζουν ολόκληρη τη θαλάσσια περιοχή που περιβάλλει το καταφύγιο, οπότε οι
ψαριές στην περιοχή μεγαλώνουν. Η Ομοσπονδία Αλιευτικών Συλλόγων των παραμεθόριων νησιών του Νοτίου Αιγαίου τώρα ετοιμάζει
νέα καταφύγια και σε άλλες περιοχές όπου -όπως και στον Κορινθιακό- τα ψάρια έχουν μειωθεί.
Με δεδομένο ότι η Ελλάδα πιέζεται από την Ευρωπαϊκή Ένωση για τη δημιουργία θαλάσσιων καταφυγίων, είναι πιθανό στο μέλλον να δούμε κάποια βιαστική κυβερνητική απόφαση η οποία θα στήσει στα πρόχειρα κάποιο καταφύγιο στον Κορινθιακό στην τύχη, με σοβαρότητα αντίστοιχη με αυτή που επιδείχτηκε στην εφαρμογή του πρωτοκόλλου του Κιότο.
Σκόπιμο είναι να αποφασιστεί σήμερα από όλους τους εμπλεκόμενους ο χώρος δημιουργίας ενός θαλάσσιου καταφυγίου, ώστε αυτό να λειτουργήσει θετικά και να μην αποτελέσει μια ακόμη αναποτελεσματική κεντρική απόφαση που θα προκαλέσει μόνο προβλήματα.
Με δεδομένο όμως ότι τα ψάρια δεν ψηφίζουν, το τοπικό οικοσύστημα δεν αποτελεί πολιτικό θέμα στη Ναύπακτο (σε αντίθεση πχ με το αν το ΤΕΙ θα πάει ανατολικά ή δυτικά ή με το αν ανάπλαση του
Γριμπόβου κάνει την κυκλοφορία των λεωφορείων πιο δύσκολη) καθώς και τις πιθανές αντιδράσεις που μπορεί να προκαλέσει το άκουσμα του θαλάσσιου καταφυγίου λόγω μη επαρκούς ενημέρωσης, δεν υπάρχουν περιθώρια αισιοδοξίας για την ανάδειξη ενός τέτοιου θέματος στην κεντρική σκηνή της Ναυπάκτου.